Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου 2008

Ποίημα του Mio Cid - Μια ελληνική μετάφραση


Η αρχή του χειρογράφου του ποιήματος του Mio Cid, όπως διασώζεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ισπανίας, στη Μαδρίτη

Το ποίημα του Mio Cid, το εθνικό έπος της Καστίλης, είναι το παλαιότερο λογοτεχνικό επικό έργο γραμμένο στην καστιλιάνικη γλώσσα που έχει φτάσει στα χέρια μας ως τώρα, ενώ θεωρείται από πολλούς μελετητές ως ένα από τα κορυφαία έργα του ισπανικού Μεσαίωνα.
Δεν είμαστε σίγουροι για το ποιος είναι ο συγγραφέας του, ούτε για το που και το πότε ακριβώς γράφτηκε, αν και μάλλον πρέπει να γράφτηκε τον 12ο αιώνα. Αυτό που σίγουρα γνωρίζουμε είναι ότι περιγράφει πραγματικά γεγονότα (αν και αναπόφευκτα διανθισμένα με θρύλους, όπως συμβαίνει με το σύνολο της επικής ποίησης από την αρχαιότητα ως σήμερα), ιστορικές προσωπικότητες και γνωστές περιοχές, και μάλιστα τα έπενδύει με μια πληθώρα λεπτομερειών, που καθιστούν το έργο μια σημαντική ιστορική πηγή για τους μελετητές.

Το έργο επικεντρώνεται σε μια περίοδο περίπου είκοσι χρόνων από τη ζωή του Rodrigo Díaz de Vivar, ευγενούς από την Καστίλη, που έζησε το δεύτερο μισό του 11ου αιώνα και πέθανε το 1099, γνωστού ακόμη με το προσωνύμιο El Cid.
O Cid λοιπόν κατηγορείται άδικα στην αρχή του έργου από κάποιον ευγενή ότι έχει κρατήσει για τον εαυτό του τους φόρους που είχε αναλάβει να εισπράξει για λογαρισμό του βασιλιά του, του Αλφόνσου του 6ου της Καστίλης. Η τιμωρία που τον περιμένει είναι η εξορία. Υποχρεωμένος να εγκαταλείψει τη γενέτειρά του, αφήνει τη γυναίκα του, τη doña Jimena, και τις κόρες του σε ένα μοναστήρι και οδεύει προς το Μπούργος με τη συντροφιά 60 ιπποτών που του ήταν πιστοί. Ο Cid, πιστός στα ιδανικά του βασιλιά του και της Καστίλης, αντιμετωπίζει τους μουσουλμάνους κατακτητές σε διάφορες μάχες και τους νικάει, στέλνοντας κάθε φορά πλούσια δώρα στον Αλφόνσο. Στο τέλος καταλαμβάνει την Βαλένθια και τότε πια ο βασιλιάς του επιτρέπει να ξανασμίξει με την οικογένειά του.
Όμως οι περιπέτειες του ήρωα δεν τελειώνουν εδώ. Μετά από τον πολυετή αγώνα να αποδείξει την πίστη του στον ηγεμόνα, έρχεται τώρα η ώρα να έρθει αντιμέτωπος με τον κίνδυνο που ελοχεύει στην ίδια του την οικογένεια. Γιατί οι επιτυχίες του στο πεδίο της μάχης και τα πλούτη που έχει στείλει στον βασιλιά ξυπνούν την απληστία δύο από τους πρίγκιπες, οι οποίοι ζητούν από τον βασιλιά το χέρι των θυγατέρων του Cid, κι ο βασιλιάς το επιτρέπει. Οι γαμπροί όμως πολύ σύντομα αποδεικνύονται ανάξιοι κι εγκαταλείπουν τις γυναίκες τους, αφού πρώτα τις κακομεταχειριστούν. Ο Cid ζητάει δικαιοσύνη κι οι πρίγκιπες ανακηρύσσονται προδότες. Στο τέλος του έργου ο ήρωάς μας κερδίζει την ευτυχία, αφού οι κόρες του παντρεύονται με δυο άξιους αυτή τη φορά πρίγκιπες, κι έτσι αποκαθίσταται η οικογενειακή γαλήνη.

Από το πρώτο μέρος του έργου, και συγκεκριμένα από τη στιγμή του αποχαιρετισμού με τη σύζυγο και τις κόρες (στ. 366-382), είναι οι παρακάτω δύο εικόνες του χειρογράφου, ακολουθεί το κείμενο με τυπογραφικούς χαρακτήρες (που αναφέρεται στους τελευταίους 8 στίχους της πρώτης εικόνας και στους πρώτους 9 της δεύτερης) και στο τέλος υπάρχει η μετάφραση του Ηλία Ματθαίου στα ελληνικά. Ακολουθήθηκε -πολύ σωστά- στη μετάφραση ο ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος, μια και παραπέμπει σε έπος, και είναι δόκιμο μέτρο της επικής δημοτικής μας ποίησης, π.χ. Το άσμα του Διγενή.




Οι δύο αυτές εικόνες του χειρογράφου ,που περιέχουν το μεταφρασμένο κομμάτι, είναι από την Biblioteca Virtual Miguel de Cervantes.

La oraçión fecha, la missa acabada la an,
salieron de la eglesia, ya quieren cavalgar.
El Çid a doña Ximena ívala abraçar,
doña Ximena al Çid la mánol' va besar,
llorando de los ojos, que non sabe qué se far,
e él a las niñas tornólas a catar,
-A Dios vos acomiendo, fijas, e a la mugier e al Padre spirital,
agora nos partimos, Dios sabe el ajuntar.-

Llorando de los ojos, que non viestes atal,
assís' parten unos d'otros commo la uña de la carne.
Mio Çid con los sos vassallos pensó de cavalgar,
a todos esperando, la cabeça tornando va,
a tan grand sabor fabló Minaya Álbar Fáñez,
-Çid, ¿dó son vuestros esfuerços?, en buen ora nasquiestes de madre,
pensemos de ir nuestra vía, esto sea de vagar.
Aun todos estos duelos en gozo se tornarán,
Dios que nos dio las almas consejo nos dará.-


Το παραπάνω κείμενο είναι στην καστιλιάνικη γλώσσα του 12ου αιώνα και είναι από την ηλεκτρονική βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου του Τέξας.

Η προσευχή σαν έγινε, τέλειωσ' η λειτουργία,
βγήκαν από την εκκλησιά για να καβαλικέψουν.
Σίμωσε ο Θιδ τη δόνια Χιμένα ν' αγκαλιάσει
κι η δόνια Χιμένα έσκυψε και του φιλεί το χέρι,
δάκρυα απ' τα μάτια χύνοντας που τελειωμό δεν έχουν.
Κι αυτός στις δυο κορούλες του γυρίζει και τους λέει:
"Στο Θεό σας εμπιστεύομαι και στον πνευματικό σας.
Τώρα χωρίζουμε κι ο Θεός ξέρει αν θ΄ανταμωθούμε"'

Δάκρυα απ΄τα μάτια χύνοντας, που άλλα τέτοια δεν είδες,
αποχωρίζονται καθώς το νύχι από το κρέας.
Ο Θιδ με τους συντρόφους του 'τοιμάζονται να φύγουν.
Γυρνάει την κεφαλή να δει αν όλ' είναι σιμά του .
Τότε ο Μινάγια Άλβαρ Φανιέθ του λέει να τον ψυχώσει:
"Κουράγιο, Θιδ, ευλογημένη αυτή που σας εγέννα,
φτάνουνε πια τα δάκρυα κι ας πάμε στη δουλειά μας
κι ετούτα δω τα βάσανα τρανές χαρές θα γίνουν.
Ο που ψυχή μάς έδωκε φώτιση θα μας δώσει.

Ανθολογία ισπανικής ποίησης, Εκδόσεις Γνώση, Αθήνα 1983, Μετάφραση Ηλία Ματθαίου

2 σχόλια:

ξι είπε...

Πολύ ωραίο και ενδιαφέρον site!
Συγχαρητήρια!

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ είπε...

Βέβαια, ο πραγματικός λόγος της εξορίας του Σιντ, δηλαδή "Αφέντη" (ήταν ιππότης, άρα γαιοκτήμονας στην πράξη),όπως τον έλεγαν οι Μόροι (μουσουλμάνοι) φίλοι του και αργότερα και οι Χριστιανοί, ήταν η αυξανόμενη φήμη του και η ικανότητά του να συνεγείρει τα πλήθη, πράγμα που για τον Αλφόνσο αποτελούσε αγκάθι, αφού ένας φεουδάρχης σήμερα σου είναι υποτελής κι αύριο... ποιος ξέρει!

Η αλήθεια είναι πως ο άμοιρος ο Σιντ ήταν πάντα πιστός στο βασιλιά του, αν και δεν πολεμούσε πάντα γι' αυτόν. Στην πολιορκία της Βαλένθια πάντως έγινε το δραματικό γεγονός της προέλασης της σωρού του (!) πάνω στον θρυλικό Μπαβιέκα!

Πρέπει να πω πως το έπος είναι όμορφο και περιγραφικό, μα υποδεέστερο σε σχέση με άλλα αντίστοιχα "chanson de geste" της εποχής του. Μιας όμως και ο El Cid, αποτελεί αγαπημένη φυσιογνωμία, έστω και μόνο για λόγους τιμής, θα επικροτήσω σθεναρά και τούτη την ανάρτηση! :-)