Jorge Manrique, hijo de don Rodrigo Manrique, Conde de Paredes de Nava, y sobrino del poeta eminente Diego Gómez Manrique, nació supuestamente en Paredes de Nava (Palencia) en 1440 y murió heroicamente en 1479 en la defensa de la reina Isabel la Católica, de quien era partidario. Aunque no tenemos muchos conocimientos sobre su persona, sabemos que estudió Humanidades y las tareas propias de militar castellano, y fue poeta cortesano.
Su poema “coplas por la muerte de su padre”, uno de los clásicos de la literatura española de todos los tiempos, es una dolorosa elegía en la que lamenta sentenciosa y melancólicamente la fugacidad de la vida humana, la inestabilidad de los bienes de la fortuna y el poder igualatorio de la muerte. La virtud personal es lo único que desafía al tiempo y al destino. Tras una reflexión filosófica con la esperanza de una vida futura, hace el elogio fúnebre de su padre. Para Manrique, existen tres vidas: la vida humana y mortal, la de la fama, que es más larga, y la vida eterna. El propio poeta se salva y salva a su padre mediante la vida de la fama que le otorgan sus virtudes como caballero y guerrero cristiano.
Recuerde el alma dormida,
avive el seso y despierte
contemplando
cómo se pasa la vida,
cómo se viene la muerte
tan callando;
cuán presto se va el placer,
cómo, después de acordado,
da dolor;
cómo, a nuestro parecer,
cualquiera tiempo pasado
fue mejor.
Pues si vemos lo presente
cómo en un punto se es ido
y acabado,
si juzgamos sabiamente,
daremos lo no venido
por pasado.
No se engañe nadie, no,
pensando que ha de durar
lo que espera,
más que duró lo que vio
porque todo ha de pasar
por tal manera.
Nuestras vidas son los ríos
que van a dar en la mar,
que es el morir;
allí van los señoríos
derechos a se acabar
y consumir;
allí los ríos caudales,
allí los otros medianos
y más chicos,
y llegados, son iguales
los que viven por sus manos
y los ricos.
Algunas de las coplas de Jorge Manrique en la voz de Paco Ibáñez:
Πηγή για το έργο: http://users.ipfw.edu/jehle/poesia/coplaspo.htm
3 σχόλια:
Πολύ συγκινητικό ποίημα, και συνάμα άψογο δομικά και τεχνικά. Δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι γράφτηκε πριν από μισή χιλιετία.
Ο Ηλίας Ματθαίου έχει αποδώσει («Ανθολογία ισπανικής ποίησης», Γνώση 1983), όχι απλώς έμμετρα, αλλά στον δύσκολο «σπασμένο πόδα» του πρωτότυπου (8α-8β-4γ-8α-8β-4γ συλλαβές· κράτησε ομοιοκατάληκτους μόνο τους τετρασύλλαβους, κατόρθωμα έτσι κι αλλιώς· ο Λονγκφέλλοου το απέδωσε στα αγγλικά κρατώντας πλήρως το μέτρο και τις ομοιοκαταληξίες, όμως είχε ευκολότερο έργο, γιατί στα αγγλικά, όπως και στα ισπανικά, οι βοηθητικές λέξεις είναι ολιγο-, συχνά μονο-, σύλλαβες, σε αντίθεση με τα ελληνικά), πάνω από τις μισές από τις συνολικά σαράντα στροφές (τις 1-5, 16-24, 33-40). Το έχει αποδώσει ολόκληρο και ο Ρήγας Καππάτος («Πέντε διάσημα ισπανικά, μεσαιωνικά και αναγεννησιακά ποιήματα», δίγλωσση έκδοση, Εκάτη 2005).
Ειδικά η μυσταγωγική ατμόσφαιρα που σκηνοθετούν τα λόγια του Θανάτου στον Ιππότη (στροφές 34-37) και η απάντηση του Ιππότη (στροφή 38) είναι, νομίζω, μοναδική.
Ολόκληρο το ποίημα σε αρχείο ήχου, σε χαμηλότονη, όπως του ταιριάζει, απαγγελία, με συνοδεία διακριτικής κιθάρας, εδώ.
Οπτικά, το προτιμώ στην «παλαιοϊσπανική» γραφή του πρωτοτύπου· αυτά τα dexat, truxeron, fuerça, balüartes, assí, passado είναι τόσο γοητευτικά...
Απόδοση της στροφής 35 από τον Ματθαίου:
Μη σας φέρνει τόση πίκρα
τούτ’ η μάχη η τρομερή
που καρτεράτε,
με τη σκέψη πως εδώ
μια ζωή γιομάτη δόξα
παρατάτε·
ζωή, που αν και τιμημένη
μήτ΄ αιώνια, μήτε αληθινή
είναι πάλι
πάρεξ πιο καλή από κείνη
την τεμπέλικια ζωή,
που κάνουν άλλοι.
Απόδοση της ίδιας στροφής από τον Καππάτο:
Τόσο πικρή μην την κάνεις
την ύστερη τούτη τη μάχη
τη σκληρή,
αλλά ζωή πιο μεγάλη
της δοξασμένης σου Φήμης (*)
εδώ αφήνεις,
μ΄ όλο που κι η τιμή η ίδια
ούτε κι αυτή είναι αιώνια
ή αληθινή,
αλλά πιο καλύτερη είναι
απ΄ την πρόσκαιρη ζωή σου,
τη φθαρτή.
(*) Με κεφαλαίο και στο πρωτότυπο: Fama.
Απόδοση της ίδιας στροφής από τον Λονγκφέλλοου:
Think not the struggle that draws near
too terrible for man, nor fear
to meet the foe;
nor let thy noble spirit grieve,
its life of glorious fame to leave
on earth below.
Βρίσκω κάποιες ομοιότητες με την ακόλουθη στροφή από το "Conquistador" (1967) των Procol Harum σε στίχους, ακριβέστερα ποίηση, Keith Reid:
Conquistador a vulture sits
upon your silver shield
and in your rusty scabbard now
the sand has taken seed.
And though your jewel-encrusted blade
has not been plundered still
the sea has washed across your face
and taken of its fill
Το ίδιο, με τον τίτλο "Κατακτητής" (2002), σε μια αναπάντεχα πιστή διασκευή από τον Αλέξανδρο Ζαχαριάδη και τους Αρχάνθρωπους:
Κατακτητή το όρνεο ζει
μες στην ασπίδα σου
και το έδαφος σκουριά ξερνάει
απ' το θηκάρι σου.
Και αν και το πετραδένιο ξίφος σου
δεν έχει συληθεί,
το πρόσωπό σου η ακρογιαλιά
με κύμα το έχει πιει
Παραμένοντας στη μεσαιωνική -ή μήπως περνώντας στην αναγεννησιακή;- ισπανική ποίηση: υπάρχει μεταφρασμένο στα ελληνικά το Vivo sin vivir en mí της Σάντα Τερέσα ντε Χεσούς;
Θεωρώ πως ο Μανρίκε, όπως και οι άλλοι δύο σύγχρονοί του, ο Marqués de Santillana και ο Juan de Mena, έχουν γράψει ό,τι καλύτερο υπάρχει στην ποίηση της Ισπανίας μέχρι τον 19ο αιώνα που εμφανίζονται η Ροσαλία δε Κάστρο και ο Μπέκερ με την εισαγωγή της προσωπικής θεώρησης των πραγμάτων, της έκφρασης του εσωτερικού, του ψυχολογικού στοιχείου στην ποίηση. Ίσως θεωρηθεί λίγο παρατραβηγμένη η θέση μου, όμως θα την πω την αμαρτία μου. Με κουράζουν οι περίτεχνοι στίχοι του Γκόνγκορα και τα λεκτικά παιχνίδια του Κεβέδο, όπως με ξενίζουν οι βοσκοί του Γκαρθιλάσο ντε λα Βέγα (εξαιρώ τα σονέτα του).
Ο Μανρίκε όμως, που σηματοδοτεί το πέρασμα από τον Μεσαίωνα στην Αναγέννηση, καθώς και ο Σαντιλιάνα με τον Μένα που εισάγουν το ουμανιστικό, κλασικό στοιχείο, και το επενδύουν με στιβαρό, ήρεμο και σοβαρό στίχο, πολύ πιο ενδιαφέροντες εξ ορισμού, είναι κατά την άποψή μου το απόγειο μιας περιόδου των ισπανικών γραμμάτων που δεν έχει σε τίποτα να ζηλέψει από οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή λογοτεχνία.
Παραθέτω τίς πρώτες τρεις στροφές από τις coplas με την αρχική τους γραφή:
I
Recuerde el alma dormida,
avive el seso e despierte
contemplando
cómo se passa la vida,
cómo se viene la muerte
tan callando;
cuán presto se va el plazer,
cómo, después de acordado,
da dolor;
cómo, a nuestro parescer,
cualquiere tiempo passado
fue mejor.
II
Pues si vemos lo presente
cómo en un punto s'es ido
e acabado,
si juzgamos sabiamente,
daremos lo non venido
por passado.
Non se engañe nadi, no,
pensando que ha de durar
lo que espera
más que duró lo que vio,
pues que todo ha de passar
por tal manera.
III
Nuestras vidas son los ríos
que van a dar en la mar,
qu'es el morir;
allí van los señoríos
derechos a se acabar
e consumir;
allí los ríos caudales,
allí los otros medianos
e más chicos,
allegados, son iguales
los que viven por sus manos
e los ricos.
Η "copla manriqueña" με τα δύο "εξάστιχα με σπασμένο πόδα" (sextinas de pie quebrado) την ομοικαταληξία 8α-8β-4γ-8α-8β-4γ / 8δ-8ε-4ζ-8δ-8ε-4ζ και την ολοκληρωμένη ιδέα που παρουσιάζει κάθε μία, είναι κάτι μοναδικό νομίζω και συντελεί στην αύξηση της συγκίνησης και της επιβλητικότητας του ποιήματος.
Η απόδοση του ποιήματος αυτού στα ελληνικά θα πρέπει να κόστισε πολλές αγρύπνιες στον Ηλία Ματθαίου και το αποτέλεσμα είναι παραπάνω από ικανοποιητικό. Είναι πραγματικά δύσκολο το έργο.
Όσο για το θαυμάσιο αυτό ποίημα της Santa Teresa de Jesús, όσο κι αν έψαξα δεν μπόρεσα να βρω το ποίημά της μεταφρασμένο στα ελληνικά. Αν κάποιος από τους αναγνώστες του ιστολογίου γνωρίζει κάτι, ας μας πει. Έργα της μπορεί κανείς να βρει εδώ
http://www.ivoox.com/jorge-manrique-coplas-muerte-su-audios-mp3_rf_274542_1.html
https://www.youtube.com/watch?v=Ah6LFIYAXy4
Δημοσίευση σχολίου